σαλτάρω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σαλτάρωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σαλτάρω.mp3Ετυμολογίασαλτάρω └ιταλ┘saltare Ερμηνεία└ρήμα┘ σαλτάρω ✦ πηδώ ✦ (αργκό) στον αόρ. σαλτάρισα, άγγιξα τα όρια της απόγνωσης, τρελάθηκα, βρέθηκα σε κατάσταση συγχύσεως, ά. τα ‘χω παίξει Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–