πυρότουβλο
Προφορά
Ετυμολογία
πυρότουβλο πυρ, πυρός + τούβλο• απόδοση στην └ελλ┘ του └αγγλ┘όρου firebrick
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το πυρότουβλο
✦ τούβλο από πυρίμαχο υλικό που χρησιμοποιείται σε κατασκευές που πρέπει να αντέχουν σε υψηλές θερμοκρασίες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–