προχειρολόγος
Προφορά
Ετυμολογία
προχειρολόγος πρόχειρος + λέγω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ προχειρολόγος -ος, -ο
✦ αυτός που μιλά με προχειρότητα, χωρίς να έχει μελετήσει το θέμα του
✦ που κάνει τις δουλειές του πρόχειρα, χωρίς σκέψη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–