προαιώνιος
Προφορά
Ετυμολογία
προαιώνιος μεταγενέστερη ελληνική προαιώνιος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ προαιώνιος -ια, -ιο
✦ που υπήρξε πριν από αιώνες ή που υπάρχει από αιώνες: τότε που υπήρχε η αγάπη, η προαιώνια η αγάπη (Τ. Παπατσώνης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–