παρακαλώ
Προφορά
Ετυμολογία
παρακαλώ αρχαία ελληνική παρα-καλέω-ῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ παρακαλώ -άς, -ά
✦ ζητώ από κάποιον να κάνει ή να αποφύγει κάτι για χάρη μου, διατυπώνω αίτημα
✦ δέομαι, ικετεύω: παρακαλώ το Θεό
✦ σε ή σας παρακαλώ, ή απλώς παρακαλώ, τυπικές φράσεις ευγένειας, με τις οποίες ζητά κανείς από άλλον ή του επιτρέπει να κάνει κάτι
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–