παρακελευσματικός


παρακελευσματικός
Προφορά

Ετυμολογία
παρακελευσματικός αρχαία ελληνική παρακελεύομαι

Ερμηνεία
επίθετο┘ παρακελευσματικός -ή, -ό

✦ προτρεπτικός
✦ (γραμμ.) παρακελευσματικές προτάσεις, όσες εκφράζουν προτροπή – παρακελευσματικά μόρια, όσα εισάγουν τέτοιες προτάσεις (να, ας, μη, να μη, άιντε, για, για να)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.