καθεστώς


καθεστώς
Προφορά

Ετυμολογία
καθεστώς μεταγενέστερη ελληνική καθεστώς, └ουδ┘ της μτχ. πρκμ. του καθίσταμαι

Ερμηνεία
καθεστώς

✦ το πολίτευμα ή το κοινωνικό σύστημα μιας χώρας: αστικό – καπιταλιστικό – σοσιαλιστικό καθεστώς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.