θαλαμίσκος
Προφορά
Ετυμολογία
θαλαμίσκος υποκοριστικό του ουσιαστικού θάλαμος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο θαλαμίσκος
✦ μικρός θάλαμος: θαλαμίσκος του ασανσέρ
✦ (ειδ.) θαλαμίσκος πλοίου – αεροπλάνου, η καμπίνα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–