γήλιος


γήλιος
Προφορά

Ετυμολογία
γήλιος ήλιος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο γήλιος

✦ ο ήλιος: κι ο γήλιος πώς τους φλόγιζε χωρίς να τους ζεσταίνει (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.