αυλαία
Προφορά
Ετυμολογία
αυλαία αρχαία ελληνική αὐλαία, └θηλ┘ του επιθέτου αὐλαῖος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αυλαία
✦ το παραπέτασμα που χωρίζει τη σκηνή από την αίθουσα του θεάτρου
✦ τέλος πράξεως ή ολόκληρου θεατρικού έργου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–