ακατατόπιστος
Προφορά
Ετυμολογία
ακατατόπιστος ἀ στερητικό + κατατοπίζω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ακατατόπιστος -η, -ο
✦ ο μη κατατοπισμένος σε κάτι
✦ ο μη προσανατολισμένος
Συνώνυμα
απληροφόρητος, άπραγος, απροσανατόλιστος
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ακατατόπιστα (Κ ακατατοπίστως)