καλεστής


καλεστής
Προφορά

Ετυμολογία
καλεστής μεταγενέστερη ελληνική καλεστής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο καλεστής

✦ πρόσωπο που προσκαλεί (σε γιορτή, γάμο, τραπέζι κτλ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.