αλλεργία


αλλεργία
Προφορά

Ετυμολογία
αλλεργία άλλος + έργον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αλλεργία

✦ παθολογική κατάσταση, έντονη αντίδραση του οργανισμού σε ορισμένες ουσίες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.