watchmaking Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply watchmakingΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/w/watchmaking.mp3{‘wɒtʃ,meıkıŋ} (Ουσιαστικό)● ωρολογοποιία Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση