stub


stub
Προφορά

{stʌb}

(Ουσιαστικό)
● κορμός
● στέλεχος
● κοτσάνι
● απομεινάρι
● στέλεχος διπλοτύπου

(Ρήμα)
● εκρίζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.