senescence Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply senescenceΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/s/senescence.mp3{sı’nesəns} (Ουσιαστικό)● γηρασμός● γήρας● γηρασκείν Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση