multiply Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply multiplyΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/m/multiply.mp3{‘mʌltı,plaı} (Ρήμα)● αυξάνομαι● πολλαπλασιάζω● πολλαπλασιάζομαι Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση