in-laws Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply in-lawsΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/i/in-laws.mp3{ın’lɔ:z} (Ουσιαστικό)● πεθερικά● συμπεθεριό Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση