gout Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply goutΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/g/gout.mp3{gaʋt} (Ουσιαστικό)● ποδάγρα● αρθρίτιδα Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση