desert


desert
Προφορά

{dı’zɜ:rt}

(Ρήμα)
● εγκαταλείπω
● λιποτακτώ

(Επίθετο)
● ερημικός

(Ουσιαστικό)
● αμοιβή ανάλογη
● έρημος
● ερημιά

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.