acting


acting
Προφορά

{‘æktıŋ}

(Επίθετο)
● αναπληρωματικός
● πράττων

(Ουσιαστικό)
● ενέργεια
● δράση
● ηθοποιία
● υπόκριση

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.