accessory Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply accessoryΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/a/accessory.mp3{æk’sesərı} (Επίθετο)● πρόσθετος (Ουσιαστικό)● συνεργός● πρόσθετος● αξεσουάρ● συμπλήρωμα● ανταλλακτικό Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση