staunch


staunch
Προφορά

{stɒntʃ}

(Επίθετο)
● στερεός
● αφοσιωμένος
● σταθερός
● πιστός

(Ρήμα)
● σταματώ την εκροήν
● σταματώ αιμορραγία

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.