desensitize Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply desensitizeΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/d/desensitize.mp3{dı’sensı,taız} (Ρήμα)● ελαττώνω την ευπάθεια● αποτραχύνω Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση