φινετσάτος


φινετσάτος
Προφορά

Ετυμολογία
φινετσάτος φινέτσα

Ερμηνεία
επίθετο┘ φινετσάτος -η, -ο

✦ που έχει φινέτσα ή που χαρακτηρίζεται από φινέτσα: φινετσάτο ντύσιμο – φινετσάτη διακόσμηση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.