αντικλείδι
Προφορά
Ετυμολογία
αντικλείδι αντί + κλειδί
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το αντικλείδι
✦ κλειδί όμοιο με το αρχικά κατασκευασμένο για την κλειδαριά
✦ κλειδί που ανοίγει διάφορες κλειδωνιές
✦ (μτφ. ) πλάγιο μέσο για την επιτυχία ορισμένου σκοπού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–