ταξιάρχης
Προφορά
Ετυμολογία
ταξιάρχης αρχαία ελληνική ταξιάρχης
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο ταξιάρχης
✦ προσωνυμία των αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ
✦ τίτλος βαθμοφόρου σε μοναστικό τάγμα ιπποτών
✦ είδος παρασήμου ανώτερου βαθμού και ο τιμημένος με το παράσημο αυτό
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–