σαπφείρινος
Προφορά
Ετυμολογία
σαπφείρινος μεταγενέστερη ελληνική σαπφείρινος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ σαπφείρινος -η, -ο
✦ ζαφειρένιος, που έχει το χρώμα του σαπφείρου: τα μάτια ήσαν, θαρρώ, μαβιά. Α, ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί (Κ. Καβάφης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–