προβατοκάμηλος


προβατοκάμηλος
Προφορά

Ετυμολογία
προβατοκάμηλος πρόβατον + κάμηλος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η προβατοκάμηλος

✦ λόγ. ονομ. του θηλαστικού λάμα, η οποία έχει μακριά πόδια και λαιμό και εκτρέφεται για το κρέας, το μαλλί και το δέρμα της

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.