οσφυονωτιαίος
Προφορά
Ετυμολογία
οσφυονωτιαίος οσφύς, -ύος + νωτιαίος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ οσφυονωτιαίος -α, -ο
✦ ο αναφερόμενος στην οσφύ, τη μέση και στο νωτιαίο μυελό
✦ οσφυονωτιαία παρακέντηση, αναρρόφηση εγκεφαλονωτιαίου υγρού με κοίλη βελόνα που εισάγεται στο χώρο μεταξύ του τρίτου και τέταρτου οσφυϊκού σπονδύλου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–