ορφικός
Προφορά
Ετυμολογία
ορφικός αρχαία ελληνική ὀρφικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ορφικός -ή, -ό
✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Ορφέα: ορφική λύρα
✦ ο σχετικός με τα μυστήρια ή τα ποιήματα που αποδίδονται στον Ορφέα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–