λαϊκάντζα
Προφορά
Ετυμολογία
λαϊκάντζα λαϊκός + κατάλ. -άντζα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η λαϊκάντζα
✦ η λ. με μειωτική σημ. για πρόσωπο με εμφάνιση ή συμπεριφορά που χαρακτηρίζει τη λαϊκή τάξη σε αντίθεση προς την αστική
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–