λαγωφθαλμία Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λαγωφθαλμίαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λαγωφθαλμία.mp3Ετυμολογίαλαγωφθαλμία λαγώφθαλμος Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η λαγωφθαλμία ✦ (ιατρ.) παθολογική κατάσταση κατά την οποία τα βλέφαρα δεν καλύπτουν το βολβό του ματιού Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–