καμωτός


καμωτός
Προφορά

Ετυμολογία
καμωτός κάνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ καμωτός -ή, -ό

✦ φτιαγμένος, καμωμένος
✦ χειροποίητος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.