αλλαγή


αλλαγή
Προφορά

Ετυμολογία
αλλαγή αρχαία ελληνική ἀλλαγή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αλλαγή

✦ μετατροπή, μεταβολή, αλλοίωση |(ιατρ.) καθαρισμός και νέα επίδεση τραύματος
✦ αντικατάσταση: αλλαγή φρουράς

Συνώνυμα
διαφοροποίηση, μεταλλαγή, μεταμόρφωση
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.