θαμώνας


θαμώνας
Προφορά

Ετυμολογία
θαμώνας επίρρημα θαμά (= συχνά)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο θαμώνας

✦ πρόσωπο που συχνάζει κάπου
✦ πελάτης καταστήματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.