δεσιά


δεσιά
Προφορά

Ετυμολογία
δεσιά δένω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η δεσιά

✦ δέση (βλ. λ.) : έχτισε μια δεσιά στον ποταμό, έβαλε στο αυλάκι το νερό (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.