δερματομυοσίτιδα
Προφορά
Ετυμολογία
δερματομυοσίτιδα └αγγλ┘dermatomyositis
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η δερματομυοσίτιδα
✦ (ιατρ.) σπάνια κολλαγόνωση, σοβαρή νόσος κατά την οποία παρατηρούνται φλεγμονές του δέρματος και των μυών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–