όπως


όπως
Προφορά

Ετυμολογία
όπως αρχαία ελληνική ἄπως

Ερμηνεία
όπως

✦ σύνδ. κ. επίρρ. (ως τροπ. ή αναφορ. επίρρ.) καθώς, ως: κάμε όπως σου είπα
✦ (ως σύνδ. τελ.) για να: ζητώ όπως χορηγήσητε πιστοποιητικόν
✦ (ως χρον. σύνδ.) όταν, καθώς, μόλις: όπως ερχόμουν, τον συνάντησα
✦ (σε παρομοιώσεις) σαν: έτρεχε όπως ο άνεμος
✦ φρ. όπως όπως, με οποιονδήποτε τρόπο, εκ των ενόντων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.