ψυχός


ψυχός
Προφορά

Ετυμολογία
ψυχός γεν. πληθ. των ψυχώ(ν), που νομίστηκε αιτ. τον ψυχό(ν)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ψυχός

✦ γιορτή στη μνήμη των νεκρών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.