ψιττακισμός


ψιττακισμός
Προφορά

Ετυμολογία
ψιττακισμός ψιττακίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ψιττακισμός

✦ μίμηση, επανάληψη των λόγων, των νοημάτων των άλλων, παπαγαλισμός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.