ψιλικά


ψιλικά
Προφορά

Ετυμολογία
ψιλικά πληθ. └ουδ┘ του επιθέτου ψιλικός

Ερμηνεία
ψιλικά

✦ ουσ. είδη εμπορίου χαμηλής τιμής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.