ψαρονέφρι


ψαρονέφρι
Προφορά

Ετυμολογία
ψαρονέφρι ψάρι (= φιλέτο από νεφραμιά)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ψαρονέφρι

✦ το ψαχνό κρέας των σφαγίων κοντά στα νεφρά, φιλέτο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.