φανφαρόνα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply φανφαρόναΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/φανφαρόνα.mp3Ετυμολογίαφανφαρόνα └ιταλ┘fanfarone Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο φανφαρόνα ✦ θηλ. φανφαρόνα ανόητος κομπαστής, καυχησιάρης, λογάς Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–