φαλκιδεύω


φαλκιδεύω
Προφορά

Ετυμολογία
φαλκιδεύω φαλκίδειος νόμος, που θεσπίστηκε από τον Ρωμαίο δήμαρχο Falcidius

Ερμηνεία
ρήμα φαλκιδεύω

✦ (κυριολ. κ. μτφ.) περιορίζω νόμιμες απαιτήσεις ή νόμιμα δικαιώματα: η περιβόητη ισότητα, όπου εδράζεται η δημοκρατία, φαλκιδεύεται όχι μόνο όταν δεν ακούγεται η φωνή των άλλων (Μ. Πλωρίτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.