φαιδρύνω
Προφορά
Ετυμολογία
φαιδρύνω αρχαία ελληνική φαιδρύνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ φαιδρύνω
✦ δίνω χαρά, χαροποιώ, ευφραίνω: πόσαι ωραίαι σκηναί την ψυχήν συγκινούν και φαιδρύνουν (Ι. Καρασούτσας)
✦ προκαλώ φαιδρότητα, θυμηδία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–