υπόθεμα
Προφορά
Ετυμολογία
υπόθεμα μεταγενέστερη ελληνική ὑπόθεμα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το υπόθεμα
✦ καθετί που τοποθετείται κάτω από κάτι ως βάση, ως υποστήριγμα |(ιατρ.) υπόθετο
✦ (γεωπον.) το τμήμα του δέντρου όπου προσκολλάται κατά τον εμβολιασμό το εμβόλιο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–