υπονοώ
Προφορά
Ετυμολογία
υπονοώ αρχαία ελληνική ὑπονοῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ υπονοώ -είς, -εί
✦ υποδηλώνω κάτι έμμεσα, εκφράζω κάτι συγκαλυμμένο
✦ (μέσ.) υπονοούμαι, εύχρ. συν. στο γ΄ πρόσ. υπονοείται, είναι αυτονόητο, εξυπακούεται
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–