υπερχλωρυδρία


υπερχλωρυδρία
Προφορά

Ετυμολογία
υπερχλωρυδρία υπέρ + χλώριον + ύδωρ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η υπερχλωρυδρία

(ιατρ.) πάθηση του στομάχου οφειλόμενη σε υπερέκκριση γαστρικού υγρού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.