υδραιμία
Προφορά
Ετυμολογία
υδραιμία └αγγλ┘hydraemia
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η υδραιμία
✦ (ιατρ.) μορφή αναιμίας κατά την οποία η ποσότητα ορού του αίματος είναι μεγαλύτερη από την ποσότητα των ερυθρών αιμοσφαιρίων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–